1
4
3
15
5
6
7
8
9
10

Κατοικία στην Καλλιτεχνούπολη

Τόπος: Αττική, Ελλάδα
Έτος: 2009 - 2010
Εργοδότης: Π. Λέτσιου, Σ. Κουλούρης
Επιφάνεια: 233 m²

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ:

Θ. Ξάνθη,

Γ. Ζακυνθινός,

Θ. Ανδρουλάκης

ΣΤΑΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ:

Δ. Σούσης

ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ:

Β. Λέτσιος

Η περιοχή υποδοχής, στους πρόποδες της Πεντέλης, είναι ένα ημι-αστικοποιημένο πλέον προάστιο με κύριο χαρακτηριστικό την υβριδικότητα ανάμεσα στο “φυσικό οικισμό” και την “αστικοποιημένη φύση”. Σε αυτό συμβάλλουν τόσο οι πολυτελείς κατοικίες που κατά κανόνα εικονογραφούν την οικοδομική και την μορφολογία μικρών, παραδοσιακών σπιτιών, όσο και το γενικότερο χωρικό παραγόμενο (άναρχοι προσανατολισμοί κτισμάτων, αδιάρθρωτα αστικά μέτωπα, σταδιακή αλλοίωση του φυσικού και φυτικού ανάγλυφου).

Η χειρονομία της συγκεκριμένης πρότασης μελετά τη συγκρότηση μίας “θετικής αστικότητας” που μπορεί να στηριχτεί και να ωφεληθεί από τα ευεργετήματα του πλούσιου τοπίου και τόπου.

– Οργανώνεται μία αυλή-κήπος που κυλάει πάνω στο φυσικό έδαφος και περιβάλλει την κατοικία.

– Ορίζεται ένα πρώτο οριζόντιο αστικό σημάδι προς το δημόσιο μέτωπο με τη μορφή ενός φλοιού-μάντρας, που αυξομειώνεται σε ύψος, από όψη σε στηθαίο του κήπου.

– Διαμορφώνεται μία πλατφόρμα σε αντίστιξη με την πτώση του εδάφους που μοιράζει το κτιστό, σε άνω και κάτω, σε άμεσα προσπελάσιμο και ιδιωτικότερο, σκληρό και μαλακό, πάνω στην οποία αιωρείται ένας καθαρός όγκος παράλληλος με τον δρόμο, που στοχεύει να εντατικοποιήσει τις κοντινές και μακρινές θέες και να δημιουργήσει ανακουφιστικές σκιές.

Το κτίριο υιοθετεί την παράδοση ενός κυβιστικού λεξιλογίου χωρίς δυσερμήνευτες μορφολογικές εκφράσεις και οργανώνεται σε δύο ζώνες: Μία ισόγεια χαλαρή ζώνη, που διαχέει την εσωτερική ζωή μέσα στον κήπο, μέχρι να βρει τις προστατευτικές πλάτες της βορινής μάντρας, και μία υπέργεια, με περισσότερο γραμμική και ορθολογική οργάνωση.

Οι περιορισμοί των συγκεκριμένων όρων δόμησης, καθώς δεν αφήνουν περιθώρια για ημιυπαίθριους χώρους αντιμετωπίζονται με την δημιουργία ενός εξωτερικού “φίλτρου” που καλύπτει την επάνω νοτιο-ανατολική πλευρά , ‘‘ενσωματώνει’’ τους εξώστες, και επιτρέπει να αναπτυχθεί ημιυπαίθρια ζωή. Παράλληλα αυτορυθμίζει το κλίμα και την κλίμακα του σπιτιού με εγχάρακτες διαιρέσεις, μέτωπα και κενά, και κινητά στοιχεία για το φως και τον άνεμο. Η βόρεια πλευρά είναι συμπαγής, πλην κάποιων ανοιγμάτων διαμπερότητας και δροσισμού.

Το εσωτερικό της κατοικίας οργανώνεται ώστε να μπορεί να φιλοξενήσει δύο οικογένειες με χώρο εργασίας. Ένα εποπτικό αίθριο – ένας εσωτερικός τόπος αυλής – ενώνει-διαχωρίζει τις ιδιωτικές περιοχές από τις συλλογικότερες. Το φυτεμένο δώμα λειτουργεί σαν μια τρίτη αύλεια διαπνοή.